Η Ρόμα είναι όντως "Μεγάλη Ομάδα".

 





Πέτρος Παπαποστόλου


Τί θα πει, άραγε, η φράση ότι ο τάδε ποδοσφαιρικός σύλλογος είναι "Μεγάλη Ομάδα";

Τί κάνει μία ομάδα πραγματικά "Μεγάλη";

Ποιοι είναι οι λόγοι που ένας ποδοσφαιρικό σωματείο δύναται να ενταχθεί στη χορεία των "Μεγάλων"; 


Ας επιχειρηματολόγησουμε και ας συνοδεύσουμε το κάθε επιχείρημα με τον πιθανό αντίλογό του.


1) Τα τρόπαια. 


Αδιαμφισβήτητα, οι ιστορικές επιτυχίες ενός συλλόγου επιδεικνύονται στην τροπαιοθήκη του. Εγχώριοι και ευρωπαϊκοί τίτλοι παρελαύνουν λ.χ. στο μουσείο του Σαντιάγο Μπερναμπέου και στέφουν τη Ρεάλ Μαδρίτης ως την κορυφαία ομάδα του κόσμου, ως την "βασίλισσα" του ποδοσφαίρου. Αφήνοντας στην άκρη τους πάμπολλους εγχώριους τίτλους της, μόνο τα 14 Champions League που κατέκτησε η Ρεάλ δεν επιτρέπουν περιθώρια αμφισβήτησης για αυτή την πρωτοκαθεδρία. 


Συνάμα, μπορεί να υπάρξει και ένας ισχνός αντίλογος απέναντι στο επιχείρημα των Τίτλων. Όχι φυσικά ενάντια στις επιτυχίες της Ρεάλ, αλλά απέναντι στην αποκλειστική σημασία των τροπαίων ως μοναδικού γνώμονα "Μεγαλοσύνης": Η Άστον Βίλλα λ.χ., που διαθέτει ένα Κύπελλο Πρωταθλητριών (1982), αυτομάτως, και μέχρι τον τελικό του Champions League του 2023 όπου η Μάντσεστερ Σίτι κατέκτησε το βαρύτιμο τρόπαιο, οι "Χωριάτες" από το Μπέρμιγχαμ ήταν πιο "Μεγάλη ομάδα" από την υπερηχητική αρμάδα του Πεπ Γουαρδιόλα; 


Επίσης, η Στεάουα Βουκουρεστίου (1986) ή ο Ερυθρός Αστέρας (1991) είναι μεγαλύτερες ομάδες από τη Ρόμα, λόγου του ότι κατέκτησαν κάποτε το Κύπελλο Πρωταθλητριών, ενώ η Ρόμα όχι (ακόμα); 


2) Ο πλούτος.  


Ομάδες που διαχειρίζονται υπέρογκα ποσά χρημάτων, που επιδίδονται σε μεταγραφές υψηλού κόστους, που διαφημίζονται και που ουσιαστικά λανσάρονται και εισβάλλουν με τρόπο επιθετικό στα τεκταινόμενα του αθλήματος, αυτομάτως πολιτογραφούνται ανάμεσα στους "Μεγάλους". Κατά αυτόν τον τρόπο, η Παρί Σεν Ζερμέν είναι πολύ "Μεγάλη" ομάδα, ενώ η Μαρσέιγ, η οποία είναι (μέχρι στιγμής) ο μόνος γαλλικός σύλλογος που κατέκτησε το Champions League (1993) είναι "μικρότερη" ομάδα από τους αντιπάλους τους στο Παρίσι; 


Η Τότεναμ, που δεν έχει να επιδείξει ιδιαίτερα τρόπαια σε Αγγλία και Ευρώπη, είναι "Μεγάλη ομάδα". Τόσο "Μεγάλη", όσο να συμπεριλαμβάνεται (λόγω κερδοφόρου Brand Name) στο γκρουπ των "12 Ισχυρών", κατά την πρόσφατη, αποτυχημένη ( -αν και πλέον νομικά  δικαιωμένη- ) προσπάθεια ορισμένων ευρωπαϊκών συλλόγων να φτιάξουν τη δική τους Super League. Σε εκείνη τη Super League των "12 Μεγάλων", υπήρχε χώρος για την Τότεναμ αλλά δεν υπήρχε για ομάδες όπως ο Άγιαξ, η Πόρτο, η Μπενφίκα...  


Με βάση το επιχείρημα του πλούτου, "Μεγάλες ομάδες" είναι αυτή τη στιγμή οι ομάδες της Σαουδικής Αραβίας. Ομάδες άγνωστες στο ευρύ ευρωπαϊκό κοινό μέχρι πρόπερσι, έρχονται να απασχολήσουν τις σκέψεις μας και να αποτελούν επιλογές μας στο Playstation, όχι διότι θαυμάζουμε την ιστορία και το μεγαλείο της Αλ Νασρ, αλλά επειδή διαθέτει τον Κριστιάνο Ρονάλντο στη σύνθεσή της, και διότι ανυπομονούμε να τον δούμε να πανηγυρίζει με το πασίγνωστο "Siuuu" του κάθε φορά που σκοράρει (τόσο στο αληθινό γήπεδο, όσο στο ψηφιακό). 


3) Η δημοφιλία. 


Η υποστήριξη από μία μεγάλη μερίδα φιλάθλων, η ευρεία αποδοχή από τις μάζες των οπαδών, η αναγνωρισιμότητα στα πέρατα του κόσμου και, φυσικά, ο αριθμός των χρηστών που "ακολουθούν" έναν σύλλογο στα Social Media αδιαμφισβήτητα αποτελούν σημαντικούς παράγοντες αναγνώρισης (αλλά και κέρδους) των "Μεγάλων ομάδων". Στη λίστα αυτή η Ρόμα έχει κάθε λόγο να υπερηφανεύεται, αφού η άνοδός της την τελευταία τριετία είναι κατακόρυφη ( -λόγω Μουρίνιο, έλευσης των Ντιμπάλα και Λουκάκου, κερδισμένου Conference League και χαμένου τελικού Europa League- ), καθώς βρίσκεται στην 20η θέση με 35,1 εκ. ακολούθους (αθροιστικά, σε όλες τις μεγάλες πλατφόρμες κοινωνικές δικτύωσης). 


Στην εποχή μας, το στοιχείο αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί για κάποιον τόν "νούμερο ένα" λόγο για την περιγραφή μίας "Μεγάλης ομάδας". 


Παρά ταύτα, ο αντίλογος έρχεται εκ των έσω: Μπορεί μεν η Ρόμα να κλείνει την πρώτη 20άδα λαοφιλών ποδοσφαιρικών συλλόγων, όμως ακριβώς από πάνω της βρίσκονται οι Αλ Νασρ (43,8 εκ. ακόλουθοι), η Γαλατασαράι (44.9 εκ.) και η αιγυπτιακή Αλ Αχλί (46.9 εκ.)...  Το ότι η Αλ Αχλί βρίσκεται πάνω από τη Ρόμα στη σχετική λίστα, δεν αρκεί για να δικαιολογήσει ότι η Ρόμα είναι "μικρότερη ομάδα" από τον αιγυπτιακό ποδοσφαιρικό σύλλογο. 


4) Σημαδιακές ιστορικές στιγμές. 


Τρομερά γεγονότα όπως εκείνα του Χέιζελ (1985), του Χίλσμπορο (1989), του "Καραϊσκάκης" (1981) ή της τραγωδίας του Μονάχου (1958) σημάδεψαν κάποιους συλλόγους και χάραξαν αγιάτρευες πληγές στην ιστορία και στην μετέπειτα πορεία τους. Πράγματι, οι ιστορικές μνήμες τέτοιων τραγωδιών οφείλουν να νοηματοδοτούν τα ιδανικά και τις αξίες ενός ποδοσφαιρικού σωματείου, διατηρώντας στο διηνεκές το χρέος να κρατιέται άσβεστη η μνήμη των αδικοχαμένων φιλάθλων και να τιμώνται σε κάθε αγώνα οι ψυχές τους. 



Οι ποδοσφαιρικές τραγωδίες αποτελούν αδιαμφισβήτητα έναν τεράστιο λόγο για να θεωρηθεί μία ομάδα "Μεγάλη".



Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ομάδες που δεν θρήνησαν νεκρούς δεν είναι εξίσου "Μεγάλες ομάδες", ενώ αν έπρεπε να κρατήσουμε μόνο αυτόν τον παράγοντα στη σκέψη μας, τότε η Τορίνο (αεροπορική τραγωδία του 1949), η Σαπεκοένσε (αεροπορική τραγωδία του 2016) και η Μπράντφορντ (πυρκαγιά στο γήπεδο το 1985) συγκαταλέγονται αυτομάτως στη χορεία των "Μεγάλων" ποδοσφαιρικών συλλόγων. 


Φυσικά, στις "σημαδιακές ιστορικές στιγμές" δεν εννοούμε μόνο τις λυπηρές, ποδοσφαιρικές τραγωδίες. Ως "σημαδιακή στιγμή" δύναται κάλλιστα να θεωρηθεί ένας επικός τελικός (βλ. λ.χ. τον τελικό του Champions League το 1999), μία απίστευτη ανατροπή στο σκορ (βλ. τον τελικό του Champions League το 2005), κάποιοι αξέχαστοι αγώνες που άλλαξαν την ιστορία ενός συλλόγου (είτε για καλό είτε για κακό), κάποιες σπουδαίες εμφανίσεις ομολογουμένως σπουδαίων παικτών που σμίλευσαν τον χαρακτήρα μίας ομάδας (βλ. λ.χ. τον Μαραντόνα και τη Νάπολι), κάποιοι θρύλοι που σχετίζονται με ορισμένα ποδοσφαιρικά σωματεία και που γιγαντώνουν τον μύθο που πλανάται γύρω από τους ποδοσφαιρικούς συλλόγους (βλ. λ.χ. την "κατάρα" τού Μπέλα Γκούτμαν στην Μπενφίκα το 1962) κλπ. 


5) Η διάρκεια. 


Η διατήρηση μίας ποδοσφαιρικής ομάδας σε υψηλό και ανταγωνιστικό επίπεδο παίζει προφανώς σημαντικό ρόλο στην αναγνώρισή της ως πραγματικά "Μεγάλης". Προφανώς και όταν ένας σύλλογος παρουσιάζεται αξιόμαχος κάθε χρόνο, διεκδικεί συνεχώς το εγχώριο πρωτάθλημα (πόσο μάλλον εάν πρόκειται για τα 4-5 Μεγάλα Πρωταθλήματα της Ευρώπης), αγωνίζεται και πρωταγωνιστεί στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, διατηρεί μια "καυτή" έδρα που ο κάθε αντίπαλος θα προτιμούσε να αποφύγει, μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί κατά το ήττον "ισχυρός", αλλά και "Μεγάλος" κατά το μάλλον. Μία ομάδα που έφτασε σε κάποια λαμπρή επιτυχία στη χώρα της ή στην Ευρώπη, αλλά που τελικά αποδείχτηκε ιστορικό "πυροτέχνημα" και δεν κατάφερε ποτέ να επαναλάβει τον άθλο της, διαθέτει μεν σημαντική ιστορία, αλλά η ίδια δεν είναι τόσο "Μεγάλη" όσο άλλες ομάδες που επαναλαμβάνουν τις επιτυχίες τους και πολλαπλασιάζουν συνεχώς τον αριθμό των τροπαίων τους και γενικώς των επιτυχημένων συμμετοχών τους σε όλες τις διοργανώσεις. Κατά αυτόν τον τρόπο, η Νότιγχαμ Φόρεστ που διαθέτει 2 Κύπελλα Πρωταθλητριών στην τροπαιοθήκη της (1979, 1980) ή ακόμα και το Αμβούργο (Κύπελλο Πρωταθλητριών 1983) θεωρούμε ότι δεν είναι το ίδιο "Μεγάλες" ομάδες όπως π.χ. η Πόρτο. Η τελευταία έχει και αυτή 2 Κύπελλα Πρωταθλητριών (1985, 2004), όμως διεκδικεί κάθε χρόνο το εγχώριο πρωτάθλημα  και παραμένει κάθε στιγμή μία υπολογίσιμη δύναμη στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Το ίδιο μπορούμε να ισχυριστούμε για την Μπενφίκα, τον Άγιαξ, την Ντόρτμουντ κ.α. 



Η Ρόμα, μολονότι δεν έχει να επιδείξει υπεράριθμα τρόπαια (3 Πρωταθλήματα, 9 Κύπελλα Ιταλίας, 2 Σούπερ Καπ Ιταλίας, 1 Κύπελλο Εκθέσεων [1961] και ένα Conference League [2022]), εντούτοις είναι πάντα αξιόμαχη και αποτελεί έναν παραδοσιακό διεκδικητή του εγχώριου Τίτλου. Μην ξεχνάμε ότι κατέκτησε 9 Κύπελλα Ιταλίας και ήταν επιλαχούσα σε 8 χαμένους τελικούς, ρεκόρ που την ανεβάζει στη δεύτερη θέση της σχετικής λίστας επιτυχιών πίσω από τη Γιουβέντους (14 Κύπελλα- 7 χαμένοι τελικοί) και μπροστά από την Ίντερ, αν και "ισόπαλες" (9 Κύπελλα και 6 χαμένοι τελικοί για τους νεραντζούρι). 

Μετά τη σαιζόν 2000/01 ( -όταν και η Ρόμα κατέκτησε το τρίτο της Πρωτάθλημα Ιταλίας- ), οι "Λύκοι" ήταν οι βασικοί ανταγωνιστές (κυρίως) της Γιουβέντους, αφού στα επόμενα 23 χρόνια τερμάτισαν 9 φορές στη δεύτερη θέση (2002, 2004, 2006, 2007, 2008, 2010, 2014, 2015, 2017). 



Επιπροσθέτως, δεν πρέπει να ξεχνάμε την τεράστια παράδοση που έχει η Ρόμα στον θεσμό του Κυπέλλου Ιταλίας. Πέρα από τα 9 τρόπαια και τους 8 χαμένους τελικούς, η Ρόμα με την Ίντερ αγωνίστηκαν στον τελικό Κυπέλλου 5 φορές μέσα 6 χρόνια! (2005, 2006, 2007, 2008, 2010). Σε αυτήν την επική σειρά αγώνων, η Ίντερ κατέκτησε 3 φορές το τρόπαιο (2005, 2006, 2010) και η Ρόμα 2 (2007, 2008). Κοινώς, η "διάρκεια" της Ρόμα στο Κύπελλο Ιταλίας δεν είναι μόνο πετυχημένη, αλλά και αξιοζήλευτη. 



Μέσα σε όλα, θυμίζουμε ότι η Πάρμα της δεκαετίας 1992-2002, κατάφερε να κατακτήσει 3 Κύπελλα Ιταλίας (1992, 1999, 2002), 1 Σούπερ Καπ Ιταλίας (1999), 2 Κύπελλα UEFA (1995, 1999), 1 Κύπελλο Κυπελλούχων (1993) και 1 Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ (1993). Συνάμα, εκείνα τα χρόνια διεκδίκησε ανεπιτυχώς και το εθνικό Πρωτάθλημα, τερματίζοντας δεύτερη τη σαιζόν 1996/97, πίσω από την Γιουβέντους. Έκτοτε η ομάδα των "σταυροφόρων" σταδιακά εξαφανίστηκε, χάνοντας την δόξα της βραχύβιας ιστορίας της και αποτελώντας ένα φάντασμα του ενδόξου παρελθόντος της, ανεβοκατεβαίνοντας στις εθνικές Κατηγορίες, παρασυρμένη στη δίνη οικονομικών, διοικητικών και αγωνιστικών προβλημάτων. Στη διαχρονία, η Πάρμα δεν είναι "μεγαλύτερη ομάδα" από τη Ρόμα. Η τελευταία δεν έχει καν τα ευρωπαϊκά τρόπαια που κατέκτησε η Πάρμα, όμως είναι συνεχώς μάχιμη, παρούσα, ανταγωνιστική και διεκδικητική στις διοργανώσεις που συμμετέχει, διατηρώντας ψηλά το αγωνιστικό της προφίλ, ενισχύοντας τη λάμψη της και βελτιώνοντας όλο και περισσότερο την εμπορική της εικόνα.



Σύνθεση. 

Όλοι οι παραπάνω παράγοντες συναθροίζονται και φτιάχνουν το ιστορικό, αγωνιστικό και εμπορικό προφίλ μίας "Μεγάλης ομάδας", χτίζοντας το λεγόμενο Brand Name της. 

Ας πούμε, τώρα, ότι αξιολογούμε με 2 βαθμούς την κάθε μία από αυτές τις πέντε παραμέτρους, ώστε το μάξιμουμ της βαθμολόγησης να φτάσει το 10. Με βάση τα παραπάνω, ομάδες που ξεπερνούν το 5 θα μπορούν να συγκαταλέγονται στις "Μεγάλες" ποδοσφαιρικές ομάδες. Λ.χ., η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ δύναται κάλλιστα να αγγίξει το 10, κάνοντας τους υποστηρικτές της να λένε (όχι απαραίτητα αδίκως) ότι ο σύλλογος της καρδιάς τους είναι ο "μεγαλύτερος" σύλλογος στον κόσμο. 


Για τη Ρόμα τί ισχύει; 

Εκτιμώ ότι η βαθμολογία της θα είναι κάπως έτσι: 

Τρόπαια: 1/2. 

Πλούτος: 1/2. 

Δημοφιλία: 1,5/2. 

Ιστορικές στιγμές: 1,5/2.

Διάρκεια: 2/2. 

Με φειδώ η Ρόμα βαθμολογείται με 7/10. 

Ακόμη και με βάση αυτά τα ορθολογικά κριτήρια ταξινόμησης, οι "Λύκοι" συγκαταλέγονται στις "Μεγάλες ομάδες", έστω στο... δεύτερο γκρουπ δυναμικότητας!


Μεταξύ όλων των άλλων, δεν πρέπει να ξεχνάμε το εξής: Η Ρόμα δεν ακολουθεί πιστά τις λογικές και τις στατιστικές. Είναι "Μεγάλη ομάδα" διότι είναι "Αγάπη". Αγωνίζεται στο γήπεδο για λόγους... λογικούς, αλλά τα κίνητρα είναι συναισθηματικά. Παίζει με πάθος και οι φίλαθλοί της την αγαπούν με πάθος. Τής συγχωρούν κάποια "λάθη", όπως θα τα συγχωρούσαν στην ερωμένη τους. 



Εν κατακλείδι, ο πιστός ακόλουθος της λογικής και των στατιστικών θα αναγνωρίσει ότι η Ρόμα είναι "Μεγάλη ομάδα". Υπάρχουν λογικά επιχειρήματα που μπορούν να αιτιολογήσουν ετούτη την παραδοχή. Προφανώς θα την τοποθετήσει πίσω από συλλόγους όπως η Ρεάλ Μαδρίτης, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η Μπάγερν Μονάχου κ.α., όμως θα την καταχωρήσει, ας πούμε, στην πρώτη 20άδα "Μεγάλων ομάδων". Θα την κατηγοριοποιήσει και θα την κατατάξει σε μία λίστα. 



Από την άλλη, δεν πρέπει να παραβλέψουμε τον συναισθηματικό φίλαθλο της τζιαλορόσα ομάδας τής "Αιώνας Πόλης". Εκείνος ενδέχεται μάλιστα να μην συμπεριλάβει τη Ρόμα ανάμεσα στις "Μεγάλες ομάδες"! Και δεν θα την συμπεριλάβει, διότι την αναγνωρίζει ως κάτι ολότελα άλλο, ως κάτι ασύγκριτο, ως κάτι μαγικό, ως κάτι εντελώς ξεχωριστό:


Ως Ομαδάρα της καρδιάς του.